Πλανκ, Μαξ

Πλανκ, Μαξ
(Planck). Γερμανός θεωρητικός φυσικός (Κίελο 1858 – Γκέτινγκεν 1947). Η φήμη του είναι ιδιαίτερα συνδεδεμένη με την ανακάλυψη της κβάντωσης της ενέργειας (1900), η οποία άνοιξε το δρόμο για όλες τις μεταγενέστερες εξελίξεις της κβαντικής φυσικής. Ο Π., αφού τελείωσε τις βασικές σπουδές του στο Μόναχο, γράφτηκε στο πανεπιστήμιο της πόλης αυτής, από το οποίο αποφοίτησε το 1879. Μόνο το 1885, αφού διετέλεσε επί έξι χρόνια βοηθός στο Μόναχο, ο Π. πήρε τη θέση του έκτακτου καθηγητή της θεωρητικής φυσικής στο πανεπιστήμιο του Κιέλου. Το 1889, όταν, με το θάνατο του Κίρχοφ (1887), έμεινε κενή η έδρα της θεωρητικής φυσικής του πανεπιστήμιου του Βερολίνου, ο Π. κλήθηκε να την αναλάβει ως έκτακτος καθηγητής. Το 1892 έγινε τακτικός καθηγητής και κατόπιν διευθυντής του ινστιτούτου φυσικής. Το 1927 αποσύρθηκε από τη διδασκαλία και το 1930 κλήθηκε να διευθύνει το Kaiser-Wilhelm-Gesellschaft Institut (σήμερα Max-Planck-Gesellschaft Institut). Το 1918 τιμήθηκε με το βραβείο Νομπέλ της φυσικής για τις εργασίες του επί της θεωρίας των κβάντων. Υπήρξε μέλος της Ακαδημίας των Επιστημών του Βερολίνου (1894) και πολλών άλλων επιστημονικών εταιρειών. Η πρώτη φάση της επιστημονικής δραστηριότητας του Π. περιστράφηκε βασικά γύρω από τη θερμοδυναμική (έλαβε το δίπλωμα του με μια θέση επί της δευτέρας αρχής) και ιδιαίτερα τη μελέτη της εντροπίας. Στα επόμενα χρόνια, ο Π. αφιερώθηκε στη μελέτη της θεωρίας των ακτινοβολιών του μέλανος σώματος, η οποία υπό το φως των απόψεων που επικρατούσαν τότε παρουσίαζε ανυπέρβλητες δυσχέρειες. Η βαθιά γνώση της θερμοδυναμικής έκανε τον Π. να αντιληφθεί το δεσμό μεταξύ της εντροπίας ενός συστήματος ταλαντωτών και της ενέργειας τους, ο οποίος του επέτρεψε να φτάσει σε ένα τύπο που δικαιολογούσε την κατανομή της ενέργειας στις ακτινοβολίες του μέλανος σώματος, καταφεύγοντας στη θαρραλέα υπόθεση ότι η ενέργεια των ταλαντωτών έπρεπε να έχει ασυνεχή χαρακτήρα. Οι υποθέσεις αυτές τον οδήγησαν να εισαγάγει την παγκόσμια σταθερά h, στην οποία έδωσε το όνομα του στοιχειώδους κβάντου δράσης. Η αδυναμία της ερμηνείας της σταθεράς του Π. στο πλαίσιο της κλασικής φυσικής κατάδειξε την αδυναμία επέκτασης των εννοιών της στα φαινόμενα επί ατομικής κλίμακας. Οι θεμελιώδεις ιδέες της θεωρίας των κβάντων ενισχύθηκαν σημαντικά, ύστερα από μια περίπου δεκαετία, με την ερμηνεία του Αϊνστάιν (1905) του φωτοηλεκτρικού φαινόμενου, με τη θεωρία των ειδικών θερμοτήτων (1907) και τη θεωρία των ατομικών δομών του Μπορ (1913). Αλλά η βαθιά έννοια της ιδέας του Π. καταδείχτηκε σε όλη την επαναστατική σημασία της γύρω στο 1925, οπότε γεννήθηκε η κβαντική μηχανική. Αυτές οι εξελίξεις έχουν καθιερώσει τον Π. ως τον πατέρα της σύγχρονης φυσικής, αν και εκείνος δεν θα συμμεριζόταν τα φιλοσοφικά συμπεράσματα που εξήγαγαν από την κβαντική θεωρία ο Μπορ, ο Χάιζενμπεργκ και άλλοι φυσικοί, οι οποίοι εμπνεύστηκαν από τις ιδέες της Σχολής της Κοπεγχάγης. O Μαξ Πλανκ, διάσημος στις έρευνες του για την κβάντωση της ενέργειας. Πορτραίτο του Ρώυζινγκ. (Γκαίτινγκεν, Εταιρεία Μαξ-Πλανκ)

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • μηχανική — Επιστήμη που μελετά την κίνηση και την ισορροπία των σωμάτων. Ανάλογα με τον τομέα έρευνας και με τις αρχές στις οποίες βασίζεται η έρευνα αυτή, διακρίνονται μία κλασική μ. (ή απλώς μ.), μία σχετικιστική μ. και μία κβαντική μ. Οι νόμοι της… …   Dictionary of Greek

  • Μίκελ, Χάρτμουτ — (Hartmut Michel, Λούντβιχσμπουργκ, Βίρτερμπεργκ 1948 –). Γερμανός βιοχημικός. Αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο του Τίμπινγκεν το 1974 και συνέχισε μεταπτυχιακά στο εργαστήριο Μαξ Πλανκ του ίδιου Πανεπιστημίου, χαρακτηρίζοντας τη δραστηριότητα… …   Dictionary of Greek

  • ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία — Γενικός όρος, με τον οποίο υποδηλώνονται όλες οι ακτινοβολίες που, διαδιδόμενες στον χώρο, μεταφέρουν ενέργεια με τη μορφή ηλεκτρομαγνητικών διαταράξεων του πεδίου. Τα διάφορα είδη ακτινοβολίας χαρακτηρίζονται με βάση τις συχνότητές τους… …   Dictionary of Greek

  • Χάιζενμπεργκ, Βέρνερ — (Heisenberg, Βίρτσμπουργκ 1901 – Μόναχο 1976). Γερμανός φυσικός. Τιμήθηκε με το βραβείο Νομπέλ της φυσικής το 1932 για τις μελέτες του, οι οποίες συνέβαλαν στη διαμόρφωση της κβαντικής μηχανικής. Μαθητής του Σόμερφελντ, εργάστηκε μαζί με τον Μαξ… …   Dictionary of Greek

  • Αϊνστάιν, Άλμπερτ — (Albert Einstein,Ουλμ Γερμανίας 1879 – Πρίνστον ΗΠΑ 1955). Γερμανός θεωρητικός φυσικός, εβραϊκής καταγωγής. Θεμελιωτής της θεωρίας της σχετικότητας, με την οποία είναι συνδεδεμένη η τεράστια φήμη που περιβάλλει το όνομά του. Γιος μικροβιομηχάνου …   Dictionary of Greek

  • Βαρέλα, Φρανθίθκο — (Francisco Varela, Χιλή 1946 – Παρίσι 2001). Χιλιανός βιολόγος. Πτυχιούχος του Καθολικού Πανεπιστημίου της Χιλής, το 1970 ολοκλήρωσε το διδακτορικό του στη βιολογία στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και τον ίδιο χρόνο εξελέγη αναπληρωτής καθηγητής… …   Dictionary of Greek

  • Γκαμπόρ, Ντένις — (Dennis Gabor, Βουδαπέστη 1900 – 1979). Ούγγρος φυσικός επιστήμονας. Αποφοίτησε το 1924 από το πολυτεχνείο του Βερολίνου, από το οποίο έλαβε διδακτορικό τίτλο το 1927. Κατά τη διάρκεια της φοίτησής του παρακολουθούσε παράλληλα μαθήματα στη σχολή… …   Dictionary of Greek

  • Κλίτσινγκ, Κλάους φον- — (Klaus von Klitzing, Σρόντα 1943 –). Ολλανδόςφυσικός. Έλαβε πτυχίο φυσικού από το πολυτεχνείο του Μπράουνσβαϊγκ το 1969 και διδακτορικό τίτλο από το πανεπιστήμιο του Βίρτσμπουργκ το 1972, με τη διατριβή του για τις γαλβανομαγνητικές ιδιότητες του …   Dictionary of Greek

  • Κουν, Ρίχαρντ — (Richard Kuhn, Βιέννη 1900 – Χαϊδελβέργη 1967). Γερμανός χημικός. Σπούδασε χημεία στο πανεπιστήμιο της Βιέννης και, στη συνέχεια, στο Μόναχο με καθηγητή τον Βιλστέτερ. Το 1922 ολοκλήρωσε τη διδακτορική του διατριβή σχετικά με την εξειδίκευση των… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”